Παιδεία και Πολιτισμός

Ενίσχυση των γραμμάτων και των τεχνών

Έχοντας εκφράσει την πεποίθηση ότι «τα έθνη τοποθετούνται στην ιστορία κυρίως με τις πολιτιστικές τους επιδόσεις», ο Κ. Καραμανλής προσέβλεψε σταθερά στην αξιοποίηση και ανάπτυξη των πολιτιστικών δυνατοτήτων της σύγχρονης Ελλάδας. «Πιστεύω – υπογράμμιζε – ότι μπορούμε στον τομέα τον πολιτιστικό να φθάσουμε σε υψηλά επίπεδα φθάνει να τον απαλλάξουμε από τις έριδες και τους κομματισμούς, να συνεργασθούμε στενά και να μεθοδεύσουμε τις προσπάθειές μας».

 

Στη διάρκεια τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης πρωθυπουργικής θητείας του αναζήτησε τα μέσα για την ενίσχυση των γραμμάτων, του θεάτρου, των εικαστικών τεχνών, της μουσικής ζωής της χώρας. Εξασφάλισε τις προϋποθέσεις για την ανέγερση και τη λειτουργία ζωτικών κέντρων καλλιτεχνικής δραστηριότητας, όπως η Εθνική Πινακοθήκη, το Μέγαρο Μουσικής, το Ωδείο Αθηνών. Ίδρυσε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, τα θέατρα Κέρκυρας και Ρόδου, το Άρμα Θέσπιδος, συνέβαλε στην ενίσχυση της λογοτεχνικής παραγωγής με την καθιέρωση της αγοράς βιβλίων από το κράτος και της οργάνωσης εκθέσεων. Eίχε ακόμη προβλέψει – κατά την τελευταία φάση της πρωθυπουργίας του – τη σύσταση Ινστιτούτου Βιβλίου, τη στέγαση των σημαντικότερων φορέων στον τομέα των γραμμάτων, τη θεσμοθέτηση Λαχείου Τέχνης και Πολιτισμού. Καθοριστικής σημασίας για την προαγωγή και την προβολή της ελληνικής καλλιτεχνικής παραγωγής υπήρξε η δημιουργία ή η ανάπλαση θεατρικών χώρων, όπως του Λυκαβηττού ή του Θεάτρου Δάσους στη Θεσσαλονίκη, καθώς και των αρχαίων θεάτρων του Ηρώδου Αττικού, των Φιλίππων και της Δωδώνης. Τα Φεστιβάλ, τέλος, Αθηνών και Επιδαύρου αποτέλεσαν επί των ημερών του εκδηλώσεις καλλιτεχνικές υψηλής στάθμης και μεγάλης διεθνούς ακτινοβολίας.

 

Ο Κ. Καραμανλής είχε αποβλέψει από το 1958 στη δημιουργία ενιαίου Πολιτιστικού Κέντρου στην Αθήνα, στην περιοχή της Ριζαρείου Σχολής, πιστεύοντας ότι, με τον τρόπο αυτό, θα επιτυγχανόταν η καλύτερη συγκέντρωση, αξιοποίηση και προβολή της σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας των Ελλήνων. Τελικά, μολονότι ψηφίστηκε ομόφωνα από τη Βουλή (Ν.667/77), η πραγματοποίηση του έργου ανακόπηκε μετά την αποχώρησή του από την πρωθυπουργία. Την ίδια έκβαση είχε και η προσπάθειά του για την ανέγερση, στο χώρο των Δελφών, μετά τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου, περιπτέρων όλων των χωρών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Προαγωγή της αρχαιολογικής έρευνας και η προστασία των ιστορικών μνημείων

Το ζωηρό ενδιαφέρον για την διάσωση και προβολή της πλούσιας πολιτιστικής παρακαταθήκης των Ελλήνων δίνει μία πρόσθετη διάσταση στη θετική παρουσία του Κ. Καραμανλή στο πολιτιστικό πεδίο. 


 

Στον τομέα της αρχαιολογικής έρευνας και της προστασίας των ιστορικών μνημείων επέδειξε στην ευρύτερη διάρκεια της πρωθυπουργικής θητείας του ιδιαίτερη φροντίδα με αφετηρία την αναδιοργάνωση και ενίσχυση της Αρχαιολογικής υπηρεσίας, η οποία υπάχθηκε στο Υπουργείο Προεδρίας προκειμένου να εξασφαλιστεί η ευρύτερη και περισσότερο άνετη χρηματοδότησή της. Παράλληλα, εκπονήθηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή ειδικά αποκεντρωμένα προγράμματα: διάσωση και συντήρηση της Ακροπόλεως, διενέργεια ανασκαφών στο τρίγωνο Βεργίνας, Δίου, Πέλλας, με τα γνωστά εντυπωσιακά αποτελέσματα, η πρώτη διενέργεια ανασκαφικού έργου στη Θράκη – στη Μαρώνεια, τα Άβδηρα, τη Μεσημβρία· προαγωγή του ανασκαφικού και αναστηλωτικού έργου πολλών ιστορικών μνημείων, σύσταση του Κέντρου Διαφυλάξεως Αγιορείτικης Κληρονομιάς, συγκρότηση, ακόμη, κοινού πενταετούς προγράμματος μεταξύ Υπουργείου Πολιτισμού και Αρχαιολογικής Εταιρείας.

 

Παράλληλα, προσέβλεψε στον εξωραϊσμό του περιβάλλοντος σημαντικών αρχαιολογικών χώρων – της Ακροπόλεως, της Ολυμπίας, των Δελφών – σε συνδυασμό με την επιτόπια σύσταση πολιτιστικών κέντρων διεθνούς ακτινοβολίας, στην κατάλληλη διαμόρφωση του χώρου των αρχαίων θεάτρων του Ηρώδου Αττικού, της Δωδώνης, των Φιλίππων, στην ίδρυση Μουσείων και στην οργάνωση εκθέσεων στο εξωτερικό με αντικείμενο την αρχαία ελληνική τέχνη.

Μεταρρυθμιστικές τομές στην εκπαίδευση

To ενδιαφέρον του Κ. Καραμανλή για την ενίσχυση και προαγωγή της εκπαίδευσης εκδηλώθηκε, παρά την αρχική στενότητα οικονομικών μέσων, από την πρώτη περίοδο της πρωθυπουργίας του. Η βαθμιαία αύξηση των πιστώσεων, σε ποσοστό 9,5%, η σύσταση του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων, η ενίσχυση των Πανεπιστημίων και η πρώτη δημιουργία πανεπιστημιουπόλεων στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα, η αρχική πρόβλεψη και συγκρότηση τομέα Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως, αποτελούν καίριες παραμέτρους στην προσπάθεια αυτή. Ρηξικέλευθη υπήρξε η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού για τη σύσταση, το 1957, δύο επιτροπών από κορυφαίους ειδικούς γενικότερης αποδοχής «προς αντιμετώπισιν των βασικών προβλημάτων της ελληνικής Παιδείας, καθώς και των θεμάτων των τομέων Γραμμάτων και Τεχνών». Τα πορίσματα της μελέτης αυτής υποβλήθηκαν σε ειδική Διακομματική Επιτροπή και ενσωματώθηκαν στο Ν.3971/59 «περί Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως, Οργανώσεως Μέσης Εκπαιδεύσεως και Διοικήσεως της Παιδείας».

 

Στη διάρκεια της εξαετίας 1974-1980 πραγματοποιήθηκε η Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση βάσει της οποίας επιτεύχθηκε η πιστή εφαρμογή του νέου συνταγματικού κανόνα για την υποχρεωτική εννεαετή εκπαίδευση, καθιερώθηκε ο χωρισμός της Μέσης Παιδείας σε δύο τριετείς βαθμίδες, Γυμνάσιο και Λύκειο – το δεύτερο τριών τύπων -, θεσπίστηκαν οι πανελλήνιες εξετάσεις για την εισαγωγή στα ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, συστάθηκε το Κέντρο Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμορφώσεως (ΚΕΜΕ), ως κεντρικό επιτελικό όργανο του Υπουργείου Παιδείας, υπερτριπλιασιάστηκαν οι επενδύσεις στον εκπαιδευτικό τομέα, κατασκευάστηκε σημαντικός αριθμός νέων σχολικών κτιρίων, αυξήθηκε ο αριθμός και βελτιώθηκε η θέση των εκπαιδευτικών. Ιστορικής σημασίας γεγονός υπήρξε η κατάργηση της διγλωσσίας, με την επιβολή της Δημοτικής, χωρίς ιδιωματισμούς και ακρότητες, ως επίσημης γλώσσας για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Σημαντική, τέλος, ώθηση δόθηκε στην επαγγελματική και τεχνική εκπαίδευση, της οποίας θεσπίστηκε η ισοτιμία με τη γενική εκπαίδευση, ο διαχωρισμός σε δύο βαθμίδες Π μέση και ανώτερη-, και, ταυτόχρονα, η ίδρυση, για πρώτη φορά, 400 περίπου λυκείων και σχολών.

Aνάπτυξη του αθλητισμού

Ο Κ. Καραμανλής εγκαινίασε τη συστηματική προσπάθεια για την ενίσχυση του ελληνικού αθλητισμού με τη σύσταση, το 1957, της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, ως υπηρεσίας ανεξάρτητης. Προκειμένου, εξ άλλου, να εξασφαλίσει τα αναγκαία μέσα οικονομικής υποστήριξης, καθιέρωσε, δύο χρόνια αργότερα, το ΠΡΟ-ΠΟ (δελτίο προγνωστικών των ποδοσφαιρικών αγώνων), η αποδοτική λειτουργία του οποίου συνέβαλε στη θεμελίωση και εκτέλεση σειράς έργων – αθλητικών εγκαταστάσεων, γηπέδων και γυμναστηρίων, ανάμεσά τους, το Καυτατζόγλειο Στάδιο και το Αλεξάνδρειο Μέλαθρον (Παλαί ντε Σπορ) στη Θεσσαλονίκη, το Στάδιο Καραϊσκάκη, το Αθλητικό Κέντρο του Αγίου Κοσμά και το Γήπεδο Γκολφ στη Γλυφάδα. Τα έργα αυτά συμπληρώθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν στη διάρκεια της εξαετίας 1974-1980. Ειδικότερα, μετά την απαλλοτρίωση έκτασης 900 στρεμμάτων στην περιοχή Καλογρέζας, ανεγέρθηκε το Ολυμπιακό Στάδιο, ολοκληρώθηκε το μεγάλο κολυμβητήριο στη Θεσσαλονίκη και θεμελιώθηκε, το 1978, το Παλαί ντε Σπορ στο Νέο Φάληρο. Παράλληλα, κατασκευάστηκαν, στην ευρύτερη έκταση της επικράτειας, 400 γήπεδα ποδοσφαίρου και 1620 αθλοπαιδιών, 440 στίβοι για τον κλασικό αθλητισμό, 200 κλειστές αθλητικές αίθουσες, καθώς και τέσσερα χιονοδρομικά κέντρα. Ο Κ. Καραμανλής εμπνεόταν από την ιδέα του αθλητισμού, με τη μορφή που έχει κληροδοτηθεί από την κλασική Ελλάδα, και πίστευε ότι οι Έλληνες οφείλουν να είναι ενεργά παρόντες στα παγκόσμια αθλητικά δρώμενα. Η πρόοδος που καταγράφηκε στον τομέα αυτό μετά την αποχώρησή του από την πρωθυπουργία βασίστηκε στην υποδομή και στις προϋποθέσεις που είχε ο ίδιος έγκαιρα διασφαλίσει.

Η πρόταση για μόνιμη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα

Στις 31 Ιουλίου 1976, ο Κ. Καραμανλής, με επιστολή του προς τον πρόεδρο της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, λόρδο Κιλλάνιν, διατύπωσε, για πρώτη φορά επίσημα, πρόταση για τη μόνιμη τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα, στο χώρο της αρχαίας Ολυμπίας. Αιτιολογώντας την πρωτοβουλία του, επεσήμανε ότι, με τον τρόπο αυτό, δεν θα επιτευχθεί μόνο ένας υψηλός συμβολισμός, αλλά και θα καταστεί δυνατό να απαλλαγεί ο θεσμός από όσα νόθα στοιχεία έχουν βαθμηδόν συσσωρευτεί και απειλούν να τον μαράνουν· θα επαναφερθεί, συγκεκριμένα, το αυστηρό και λιτό αθλητικό πνεύμα και θα αποκλειστεί κάθε είδος πολιτικού ή εθνικού ανταγωνισμού και κάθε εξωαθλητική εκμετάλλευση του αθλητισμού. Η Δ.Ο.Ε. δέχτηκε με ενδιαφέρον την πρόταση αλλά παρέπεμψε τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει μέχρι την τέλεση των αγώνων της ΧΧΙΙΙ Ολυμπιάδας (1984). 



 

Η πρόταση επαναδιατυπώθηκε με νέα επιστολή του Έλληνα πρωθυπουργού προς το λόρδο Κιλλάνιν, στις 21 Ιανουαρίου 1980, όταν η εισβολή των σοβιετικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν είχε φανεί να κλονίζει το θεσμό των Ολυμπιακών Αγώνων, μετά και την απόφαση του προέδρου των Η.Π.Α. να απέσχουν οι Αμερικάνοι αθλητές από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας, το καλοκαίρι του 1980. Η απάντηση του προέδρου της Δ.Ο.Ε. ήταν, αυτή τη φορά ιδιαίτερα ενθαρρυντική, γεγονός που επιβεβαιώθηκε όταν συστάθηκε ειδική επιτροπή, με πρόεδρο τον πρέσβυ Λ. Γκιραντού, για να μελετήσει την πρόταση, η οποία επισκέφθηκε, τον Απρίλιο, την αρχαία Ολυμπία. Ο Κ. Καραμανλής συνέχισε τις προσπάθειές του και από τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, συνεχίζοντας την αλληλογραφία του με το διάδοχο του λόρδου Κιλλάνιν, Χ.Α. Σάμαρανκ, και εκθέτοντας τις απόψεις του από τις στήλες του διεθνούς τύπου. 



 

Η πρωτοβουλία γνώρισε ευρεία δημοσιότητα και είχε θετική απήχηση σε πλατειά διεθνή κλίμακα. Τελικά όμως η υιοθέτησή της προσέκρουσε σε ισχυρά, οικονομικά κυρίως, συμφέροντα, τα οποία και αναπόφευκτα συνέχονται με τη βαθμιαία, ολοένα και περισσότερο έκδηλη, εμπορευματοποίηση των αγώνων.