Επιφανής πολιτικός, φιλόσοφος, πανεπιστημιακός, ακαδημαϊκός και πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και συμμετείχε στην ελληνική αντιπροσωπεία που το 1920 υπέγραψε τη Συνθήκη των Σεβρών. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή συνέχισε τις σπουδές του στη Χαϊδελβέργη. Επέστρεψε στην Ελλάδα για να ολοκληρώσει τις σπουδές του, νυμφεύθηκε την Ιωάννα Σεφεριάδη και το 1932 εκλέχθηκε έκτακτος καθηγητής της Νομικής Σχολής Αθηνών. Υποστηρικτής των φιλελεύθερων ιδεών, διώχθηκε από τη δικτατορία του Μεταξά, εκτοπίστηκε και, παρά τις εκκλήσεις του, δεν του επιτράπηκε να πολεμήσει στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Επανήλθε στο Πανεπιστήμιο, για να απολυθεί όταν, στις 27 Οκτωβρίου 1941, πρώτη επέτειο της ιταλικής επίθεσης, επικέντρωσε τη διδασκαλία του στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Το 1944 διέφυγε στη Μέση Ανατολή για να υπηρετήσει ως σύμβουλος της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης.
Μετά την απελευθέρωση επανήλθε στα πανεπιστημιακά του καθήκοντα και το 1945 ανέλαβε το υπουργείο Προνοίας και Εσωτερικών. Παραιτήθηκε από το Πανεπιστήμιο και πολιτεύθηκε με το Κόμμα Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1946. Μεταξύ 1949 – 1951 χρημάτισε, διαδοχικά, υπουργός Παιδείας και υφυπουργός Συντονισμού. Το 1956 προσχώρησε στη νεοϊδρυθείσα ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή, του οποίου αναδείχτηκε στενότατος συνεργάτης ως το τέλος της ζωής του. Υπηρέτησε ως υπουργός Προεδρίας και Κοινωνικής Πρόνοιας. Το 1961, όταν δεν ασκούσε υπουργικά καθήκοντα, εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Μετά την αποχώρηση του Κ. Καραμανλή παρέμεινε ως ηγετικό στέλεχος της ΕΡΕ και ανέλαβε υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Π. Κανελλόπουλου το 1967, ενώ κατά τη δικτατορία των συνταγματαρχών ασχολήθηκε με το συγγραφικό του έργο. Το 1974 υπηρέτησε ως υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Το επόμενο έτος, ως βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας, προήδρευσε της επιτροπής που κατάρτισε το Σύνταγμα του 1975. Τον Ιούνιο του ιδίου έτους, εξελέγη πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η παρουσία του στο ανώτατο αξίωμα συνέβαλε στην εμπέδωση των νέων θεσμών και του δημοκρατικού πολιτεύματος. Τον διαδέχτηκε το Μάιο του 1980 ο Κ. Καραμανλής.
Ο Κ. Τσάτσος δημοσίευσε πλήθος επιστημονικών μελετών, καθώς και λογοτεχνικών έργων που τον ανέδειξαν ως μια από τις κορυφαίες πνευματικές προσωπικότητες της χώρας στη διάρκεια του 20ου αιώνα.